- υπερδιπλοειδία
- η, Νβιολ. ανευπλοειδία η οποία χαρακτηρίζεται από την παρουσία ενός ή περισσότερων χρωματοσωμάτων επί πλέον τού φυσιολογικού διπλοειδούς αριθμού τών χρωματοσωμάτων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνειος όρος, πρβλ. γαλλ. hyperdiploidie < hyper- (< υπερ-*) + diploidie (< διπλούς + είδος)].
Dictionary of Greek. 2013.